Το χιούμορ ως υπηρέτης στερεότυπων και ως στηλοβάτης φασιστικών πρακτικών χωρίς ιδέα πολιτικής

117
Είμαστε ζώα πολιτικά μας δίδαξε με σοφία ο Αριστοτέλης, και το χιούμορ αποτελεί την κορυφαία έκφραση της ζωής μετά τη σεξουαλική επαφή. Και το θέμα του αστείου είναι και αυτό ένα πολιτικό θέμα, με το οποίο έχουν καταπιαστεί μεγάλες μορφές της παγκόσμιας διανόησης. Ο Αριστοφάνης ήταν αυτός που μέσω του χιούμορ πέτυχε από τους πρώτους, μέσω της κωμωδίας να προβάλλει αυτόν τον πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα αυτού που ονομάζουμε γέλιο και αστείο. Καλύτερα να πει κάποιος, ότι το αστείο οδηγεί στο γέλιο που είναι η έκφραση της άμυνας που έχει το ανθρώπινο σώμα να απωθήσει για λίγο την πίεση της καθημερινότητας, και να παρατείνει για λίγο την  προσπάθεια του ανθρώπου να καλύψει το γήρας που φέρνουν οι ταλαιπωρίες μέσα στο πέρασμα του χρόνου.
Πολλές φορές το χιούμορ έρχεται να στηρίξει ή να καυτηριάσει επιλογές πολιτικές. Απαντά μόνο στο πρόσωπο και έχει στόχο να ανατρέψει την υπάρχουσα κοινωνική κατάσταση ή να τη συντηρήσει προάγοντας στερεοτυπικές αντιλήψεις, στηρίζοντας προκαταλήψεις και οπισθοδρομικές νοοτροπίες. Από τον Αριστοφάνη και τη σάτιρα και την πολιτική κριτική στην εξουσία και τα πρόσωπά της, στον Σεφερλή, αλλά και στον καθημερινό κωμικό της διπλανής πόρτας που γράφει στους τοίχους του facebook και του twitter, οπού συχνά καταργείται η έννοια της δημοκρατικότητας και της αποδοχής του άλλου, και αποθεώνεται με φανερό τρόπο η κοινή μα πραγματικά «κοινή», αγόμενη και φερόμενη γνώμη. Μέσα σε αυτούς τους χώρους κάτω από την ομπρέλα της ανωνυμίας και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας του να λέω ό,τι θέλω, γιατί αυτό είναι δημοκρατία, μπορεί ο καθένας να μετατραπεί σε θύτη και θύμα της υπάρχουσας στερεότυπης κατάστασης που η συντηρητική εξουσία εκμεταλλεύεται, για να δικαιολογήσει το σύστημα ανισοτήτων που προάγει, αλλά και να αποτρέψει τα κατώτερα στρώματα να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους.
Ο Μάρκος Σεφερλής είναι δημιούργημα των σύγχρονων Ελλήνων, όπως και ο Αριστοφάνης των αρχαίων Αθηναίων. Εμείς κατασκευάσαμε αυτό το είδος κωμικού, ο οποίος στοχεύει να προβάλλει με ένα χιούμορ απλό κατανοητό και καθημερινό τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις που έχουμε. Ο Σεφερλής αντιπροσωπεύει εμάς, τους Έλληνες της διπλανής πόρτας, που έχουν μεγαλώσει με προκαταλήψεις απέναντι σε αντικείμενα και ανθρώπους. Βλέπουμε λοιπόν σε σκετς τρεις έγκυες γυναίκες, τις οποίες τις παριστάνουν άνδρες που έχουν μεταμφιεστεί. Υποτίθεται, ότι έχουν επισκεφθεί το μαιευτήριο για να κάνουν υπέρηχο των εμβρύων τους και βρίσκονται τυχαία μαζί στην αναμονής. Οι δύο γυναίκες (αριστερά και στο κέντρο, που βρίσκεται ο υποδυόμενος Σεφερλής), έχουν φθάσεις πρώτες εκεί και έρχονται σε επαφή με μια παχουλή γυναίκα με μωρό σε καρότσι. Οι «ατάκες» που ακολουθούν στοχεύουν στο να παρουσιάσουν την παχουλή γυναίκα, ως γουρούνα, τη μειώνουν και την εξευτελίζουν σε πνευματικό και ψυχολογικό επίπεδο. Φράσεις, όπως «Αν κρίνω από το φούσκωμα στο δέκατο έκτο», «Ηλίθια είναι, ξανθιά, τί περιμένεις;», καταδεικνύουν την προσπάθεια να θυματοποιηθεί το άτομο που μπήκε μόνο του στο μαιευτήριο και έχει χαρακτηριστικά που διαφέρουν από τις άλλες δύο. Η ίδια αποδέχεται το ρόλο της, υποτιμά τον εαυτό της καθώς είναι και ξανθιά (και οι ξανθιές, φυσικές και μη, κατά προκατάληψη ασχολούνται μόνο με φρουφρού, και όχι με κατσαρόλες), και αποδέχεται το ρόλο της ξανθιάς, βλαμμένης, παχουλής που αξίζει κάποιος να την χλευάζει. Αυτό προβάλλεται με το «Να σου κάνω μια χαζή ερώτηση».  Ακόμη πιο πριν έχουμε το διάλογο «Κάποια στιγμή θα μείνεις και εσύ έγκυος και θα δεις, … Σε είδα φουσκωμένη ολόκληρη και μπερδεύτηκα» που συνοδεύεται με την γκριμάτσα ανωτερότητας. Στη συνέχεια ακούμε «Εσύ έχεις πρόβλημα γενικώς». Η ίδια που δέχεται τη απαξίωση απαντά εκστομίζοντας τη ρατσιστική ατάκα «λευκό, να ναι κι ό,τι να ναι» για να απαντήσει η άλλη σε ερώτηση για το εάν θα ήθελε μαύρο ή λευκό παιδί με τη λέξη «δαλματίας», δηλαδή νέγρος μπάσταρδος. Σε επόμενη φάση άλλη ατάκα δηλώνεται με τη φράση «Καλά σε φωλιά με ηλίθιες έχω πέσει».
Δεν χρειάζεται να καταπιαστεί κανείς βρίσκοντας μερικές ακόμα «ατάκες» σε ένα μόνο σκετς της παράστασης «ΜΑΜΑ ΜΙΑ» που προβλήθηκε τις φετινές άγιες μέρες των Χριστουγέννων στο πνεύμα αγάπης και χαλάρωσης, καθώς οι κουραμπιέδες μας έκατσαν στο στομάχι. Το πρόβλημα δεν είναι η ίδια κάθε αυτή η παράσταση, ως παράσταση, αλλά η ατμόσφαιρα και το μισάνθρωπο χιούμορ. Οι γυναίκες είναι αντικείμενα μια χρήσης που το μόνο που κάνουν είναι να τρώνε, να ντύνονται και να πηδιούνται, αφού έχουν πλύνει ένα σωρό πιάτα και κατσαρόλες. Το να είσαι ξανθός, κοντός ψηλός, μαύρος, χριστιανός, μουσουλμάνος, η να φοράς κάτι γίνεται αντικείμενο χλεύης, προσβολών και προβολής της δικής μας κουτοπονηριάς. Μόνο εμείς είμαστε έξυπνοι, γιατί μπορούμε να υποβαθμίζουμε και να καταρρακώνουμε κάποιον για αυτό που είναι. Αυτός είναι ο ρατσισμός και η φασιστική νοοτροπία που εκμεταλλεύεται και ενσαρκώνει όλα αυτά και προσπαθεί μέσω της βίας να επιβληθεί και να τα αλέσει όλα στο μύλο μιας νοοτροπίας σε τρώω αφού μπορώ.
Ο στόχος είναι να συντηρηθούν οι κοινωνικές ανισότητες, να περιθωριοποιηθούν άτομα για το φύλο, το χρώμα, το ντύσιμο, το σώμα, τη θρησκεία, την πολιτική του τοποθέτηση, τη σεξουαλική του προτίμηση, την ταυτότητα του. Αντί να βοηθήσεις κάποιον να αδυνατίσει, τον καταρρακώνεις για να αισθάνεται άσχημα, καθώς τα κακά και τα προβλήματα χτυπούν μόνο τους άλλους και όχι εσένα. Εξάλλου τα πρότυπα καθορίζονται από τις εταιρείες ρούχων, και τα μέσα ενημέρωσης που προωθούν τη βιομηχανία της μόδας. Έτσι όλο αυτό εξυπηρετεί και πάλι τα συμφέροντα των ολιγαρχών που θρέφουν το φασισμό και τα κόμματα που τον εκπροσωπούν. Μα ο μοναδικός υπεύθυνος είναι ο άνθρωπος που το αναπαράγει και το στηρίζει με τη συμπεριφορά του και τον τρόπο που ζει τη ζωή του θεωρώντας τον εαυτό του έξυπνο και πονηρό.
Και ακόμη τέτοιου είδους αναρτήσεις σαν αυτή της κάτω εικόνας δείχνει την αντίληψη που ο Έλληνας έχει για τους γύρω του, καθώς και τα άτομα με αναπηρία είναι και αυτά άξια περιθωριοποίησης. Ποιος να ασχοληθεί μαζί τους, αφού το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι η ιδιωτική οικονομία που ευαγγελίζονται οι πολιτικοί εκπρόσωποι των πλουσίων. Ο κύριος Μητσοτάκης, όπως και άλλα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, όπως και οι σημερινοί, δεν τους πετούσαν δακρυγόνα, όταν διαδήλωναν; Ας μην ξεχνάμε, πως κανένας δεν αντέδρασε, όταν Χρυσαυγίτες κατέτασσαν τους αναπήρους σε υπανθρώπους. Ούτως η άλλως κυβερνήσεις και πολιτικοί ως σύγχρονοι Λυκούργοι τους οδήγησαν στο περιθώριο φτωχοποιώντας τους, δίνοντας συντάξεις ψίχουλα, και μη λαμβάνοντας τα απαραίτητα μέτρα για την ομαλή και αξιοπρεπή διαβίωση. Οι σύγχρονοι Σπαρτιάτες, σαν σύγχρονοι Χρυσαυγίτες και Επενίτες του σήμερα τί κάναμε γι’ αυτούς; Ας αναρωτηθούμε αρκετά.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ