Η μεγάλη απάτη με τα βιολογικά προϊόντα

227

Το μεγάλο περιθώριο απάτης εις βάρος
των καταναλωτών που εμπιστεύονται
τα ακριβά βιολογικά προϊόντα, αποκαλύπτουν τα αποτελέσματα των ελέγχων που
έγιναν το 2018, αλλά και η παντελής απουσία
του κράτους στη διαδικασία πιστοποίησής τους.
Οπως καταγγέλλουν επιστήμονες αλλά και παράγοντες της ίδιας της αγοράς των βιολογικών
στην Ελλάδα, τα προϊόντα που παράγονται στη
χώρα μας και προωθούνται ως 100% φυσικά
καλύπτονται από ένα θολό θεσμικό πλαίσιο,
το οποίο αφήνει πολλά ερωτήματα σχετικά με
την ποιότητά τους, ακόμα και για το πόσο είναι ασφαλή για κατανάλωση.
Εν αναμονή της ετήσιας έκθεσης με τα συγκεντρωτικά αποτελέσματα των ελέγχων στα βιολογικά προϊόντα, που αναμένεται να ολοκληρωθεί στα τέλη του Μαρτίου από τους αρμόδιους φορείς του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, οι πληροφορίες της Realnews αναφέρουν ότι οι έλεγχοι εντόπισαν ίχνη χημικών λιπασμάτων σε τουλάχιστον πέντε περιπτώσεις.
Πρόκειται για δύο εταιρείες παραγωγής ελαιολάδου σε Κορινθία και Μεσσηνία και άλλες
τρεις εταιρείες με κηπευτικά προϊόντα, η μία
στην Πελοπόννησο και οι δύο στην Κρήτη. Αν
και τα προϊόντα των εταιρειών αυτών έφεραν
τη βιολογική πιστοποίηση, με αποτέλεσμα να
πωλούνται στην αγορά από 30% έως και 70%
ακριβότερα σε σχέση με τα συμβατικά προϊόντα, τα πιστοποιημένα εργαστήρια εντόπισαν
φωσφονικά οξέα, τα οποία θεωρούνται βλαβερά για το περιβάλλον και δυνητικά και για
την ανθρώπινη υγεία. Οπως έδειξαν οι έλεγχοι, και στις πέντε περιπτώσεις οι παραγωγοί
είχαν πέσει θύματα απάτης, καθώς χρησιμοποιούσαν ένα εισαγόμενο εδαφοβελτιωτικό,
το οποίο, αν και προωθείται ως «οργανικό»
και «φυσικό» λίπασμα, περιείχε χημικές ενώσεις που απαγορεύεται να χρησιμοποιούνται
σε βιολογικά προϊόντα.
Ωστόσο, οι άνθρωποι που γνωρίζουν την
αγορά των βιολογικών προϊόντων στη χώρα
μας, θεωρούν πως οι περιπτώσεις αυτές αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου. Τα
τελευταία χρόνια, παρά το γεγονός ότι έχουν
ενταθεί οι έλεγχοι για τα βιολογικά που παράγονται στην Ελλάδα, εξακολουθούμε να βλέπουμε προϊόντα που δεν τηρούν τις προδιαγραφές, όπως επισημαίνει ο διδάκτωρ Χημείας Πέτρος Πασχάλης, διευθύνων σύμβουλος
του εργαστήριου πιστοποίησης AGEN

Tα προϊόντα που
παράγονται στη χώρα μας
και προωθούνται ως 100%
φυσικά καλύπτονται από ένα
θολό θεσμικό πλαίσιο

«Πρέπει να επισημανθεί ότι ένα ποσοστό γύρω στο 8% των δειγμάτων που αποστέλλονται
στο εργαστήριό μας από ιδιώτες που δραστηριοποιούνται στον χώρο -π.χ. σούπερ μάρκετ,
καταστήματα βιολογικών κ.λπ.- έχει ματα. Στα μισά από αυτά υπάρχουν συγκεντρώσεις χημικών ουσιών που οφείλονται σε επιμολύνσεις από διπλανές παραγωγές, ενώ σε ένα ποσοστό 3%-4%
έχει γίνει εσκεμμένη χρήση φυτοφαρμάκων».
Ο κ. Πασχάλης εξηγεί ότι η αδυναμία της ελληνικής βιολογικής παραγωγής συνίσταται στο γεγονός ότι η αγροτική έκταση είναι μικρή. «Οσο πιο μικρός είναι
ο κλήρος τόσο πιο εύκολο είναι να γίνει η επιμόλυνση των καλλιεργειών από γειτονικές παραγωγές, κυρίως μέσω του αέρα», επισημαίνει. Στη χώρα μας έχουν
στο παρελθόν καταγραφεί ακραία συμβάντα, όπως, για παράδειγμα, πριν από
κάποια χρόνια που το βιολογικό ελαιόλαδο εμφάνιζε μόλυνση από την ουσία
endosulfan σε ποσοστό 90% των δειγμάτων. Οπως διαπιστώθηκε, το συγκεκριμένο φάρμακο μπορούσε να μεταφερθεί με τον
αέρα για δεκάδες χιλιόμετρα και είχε γίνει επιμόλυνση της βιολογικής παραγωγής.
«Στη χώρα μας, οι συμβατικές καλλιέργειες
εμφανίζουν υπολείμματα φυτοφαρμάκων σε ποσοστό 80%. Στα βιολογικά προϊόντα, το αντίστοιχο ποσοστό δεν ξεπερνά το 10%, οπότε η επιλογή τους έχει σίγουρα όφελος για τον καταναλωτή», καταλήγει ο κ. Πασχάλης.

Ανησυχητική εικόνα:
Μια περισσότερο ανησυχητική εικόνα παρουσιάζει ο Νίκος Κατσαρός, πρώην πρόεδρος τη
Ενωσης Ελλήνων Χημικών και επιστημονικός συνεργάτης του ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος. Οπως εξηγεί,
η μόνη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στο βιολογικό και στο συμβατικό προϊόν είναι η… τιμή!
«Στη χώρα μας δεν γίνονται έλεγχοι από κρατικούς φορείς, καθώς δεν υπάρχουν τέτοιοι, και
γι’ αυτό υφίσταται μεγάλο ποσοστό παραβατικότητας», τονίζει ο κ. Κατσαρός, παραπέμποντας στο θεσμικό πλαίσιο αλλά και στην πραγματικότητα της ελληνικής αγοράς των βιολογικών, όπου η πιστοποίηση των καλλιεργειών γίνεται αποκλειστικά από ιδιωτικούς φορείς πιστοποίησης. «Ο κρατικός μηχανισμός στον τομέα
των βιολογικών προϊόντων είναι σχεδόν ανύπαρκτος. Μάλιστα, υπάρχουν υπόνοιες ότι οι
ίδιες οι εταιρείες στέλνουν διαφορετικά προϊόντα στην Ευρώπη, που οι έλεγχοι είναι αυστηροί, ενώ διακινούν υποδεέστερα στην ελληνική αγορά! Προσοχή χρειάζονται και οι βιολογικές αγορές, στις οποίες τα προϊόντα που κυκλοφορούν πολλές φορές είναι αναξιόπιστα»,
προσθέτει ο Ν. Κατσαρός.
Παράλληλα, ανησυχητικό είναι και το γεγονός ότι την ελληνική αγορά έχουν κατακλύσει
και εισαγόμενα βιολογικά προϊόντα. Ο κ. Κατσαρός εξηγεί ότι οι χώρες της βόρειας Ευρώπης έχουν παράδοση στις βιολογικές καλλιέργειες, ωστόσο προϊόντα που προέρχονται από
χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου χρειάζονται προσοχή, γιατί σε αυτές τις περιοχές υπάρχουν διαφορετικές προϋποθέσεις και προδιαγραφές για τις καλλιέργειες. Για παράδειγμα, πριν από λίγο καιρό είχαν κυκλοφορήσει στηναγορά βιολογικές γαρίδες από την Κίνα, οι οποίες ήταν γεμάτες αντιβιοτικά!
Κριτική για την έλλειψη θεσμικού ελέγχου ασκούν και οι ίδιες οι εταιρείες πιστοποίησης
που αναλαμβάνουν να βάλουν τη «σφραγίδα» τους στον χαρακτηρισμό μιας καλλιέργειας ως βιολογικής. Τα τελευταία χρόνια οι ιδιωτικοί φορείς πιστοποίησης έχουν συστήσει πανελλαδική ένωση και η αύξηση των κρατικών ελέγχων, με τη σύσταση νέου επίσημου κρατικού φορέα, αποτελεί πάγιο αίτημά τους. Ο λόγος που οι ιδιώτες πιστοποιητές επιθυμούν και κρατικό φορέα πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων είναι ότι με την παρούσα κατάσταση συχνά εκτίθενται οι ίδιοι.
Σύμφωνα με την Πανελλήνια Ενωση Φορέων Πιστοποίησης Βιολογικών Προϊόντων, το
υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει διαχρονικά αποτύχει να συστήσει έναν φορέα πιστοποίησης των κατάλληλων βιολογικών εδαφοβελτιωτικών, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να μη γνωρίζουν στην ουσία τι είδους λιπάσματα χρησιμοποιούν. Αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης είναι πολλοί παραγωγοί να υφίστανται κυρώσεις, καθώς θεωρούν ότι χρησιμοποιούν οργανικά λιπάσματα, τα οποία, όμως, περιέχουν χημικά. «Στην Ελλάδα τα οργανικά λιπάσματα και τα εδαφοβελτιωτικά που πωλούνται είναι
όντως οργανικά μόνο κατά δήλωση του εμπόρου. Το υπουργείο πρέπει επιτέλους να καταλάβει ότι μόνο αυτό έχει τη δικαιοδοσία να πιστοποιεί τα λιπάσματα των βιολογικών προϊόντων», δηλώνει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φορέων Πιστοποίησης Βιολογικών Προϊόντων, Κυριάκος Παλασίδης.
Μια ακόμα σημαντική παράμετρο που επηρεάζει την ποιότητα των βιολογικών προϊόντων,
επισημαίνει ο αναπληρωτής καθηγητής Χημείας Τροφίμων Γιάννης Ζαμπετάκης. Σύμφωνα
με τον κ. Ζαμπετάκη, η μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα που έχει διαπιστωθεί σε περιοχές της χώρας που έχουν αγροτική παραγωγή
έχει μεγάλη επίπτωση και στην ασφάλεια των
βιολογικών προϊόντων.
«Περισσότερο επιβαρύνονται τρόφιμα-βολβοί, όπως είναι οι πατάτες, τα κρεμμύδια και
τα καρότα που απορροφούν σαν σφουγγάρι
τα βαρέα μέταλλα που ενδεχομένως υπάρχουν
στο νερό άρδευσης αλλά και στο έδαφος», εξηγεί. «Δυστυχώς η νομοθεσία για τα βιολογικά
προϊόντα τη χώρα μας είναι ελλιπής. Για παράδειγμα, μια εταιρεία που παράγει καρότα με
αυξημένα επίπεδα βαρέων μετάλλων, μπορεί
να τα πιστοποιήσει ως βιολογικά εάν δεν χρησιμοποιεί συγκεκριμένα φυτοφάρμακα. Συνεπώς, ο καταναλωτής δεν είναι πλήρως προστατευμένος. Χρειάζεται να επικαιροποιηθεί το καθεστώς πιστοποίησης βιολογικών τροφίμων,
ώστε τα βιολογικά τρόφιμα να είναι και 100%
υγιεινά. Επίσης, καλό είναι να θυμόμαστε ότι
σε μια πεδιάδα δεν μπορούν τα μισά τρόφιμα
να είναι βιολογικά και τα άλλα μισά συμβατικά, αφού ο άνεμος μεταφέρει φυτοφάρμακα
από τη μια έκταση στην άλλη και έτσι έχουμε
επιμόλυνση. Για να είμαστε 100% επαγγελματίες, θα πρέπει να ορίσουμε ολόκληρη περιοχή ότι είναι βιολογική και όχι μια συγκεκριμένη έκταση αυτής, όπως γίνεται σε πολλές περιπτώσεις», καταλήγει ο κ. Ζαμπετάκης.

πηγή

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ