Α. Γ. Καλλής: «Τα καρφιά»

169
Μικροί καθώς ήμασταν … / τέτοιες μέρες θαρρώ … / στα μέσα μιας ιερής κι απρόσιτης τελετουργίας /
κάποιοι μας έλεγαν … / πως τάχα «γύφτοι» τα φτιάξαν τα καρφιά του Θεανθρώπου.
Πέρασαν χρόνια … / και καθώς το πλοίο της ζωής τού
καθ’ ενός μας / ξεμάκραινε από το «αλάθητο» κι ανέμελο
της νιότης μας λιμάνι / κάποια στιγμή απρόσμενα / η αλήθεια μάς
εχτύπησε την πόρτα / και καταλάβαμε … / έστω κι αργά /
πως τα καρφιά αυτά / που κάρφωσαν με μιας / ελπίδα / αγάπη / κι αθωότης …
τα ‘χαμε φτιάξει όλοι μαζί /
ένα προς ένα … / περίτεχνα / σχολαστικά και άπρεπα.
Κι ακόμη /
ακόμη και τώρα / συνεχίζουμε την «τέχνη» μας να ασκούμε ως «παράδοση» /
φτιάχνοντας της αδικίας το περίγραμμα /
Κι όλο και περισσότερα / κι όλο και μεγαλύτερα /
χρυσά / ασημένια / ψεύτικα κι αληθινά καρφιά / όμοια μ’ εκείνα της αρχής / αντίγραφα πιστά /
που λήστεψαν τον χρόνο της ζωής τού φωτοδότη.
Ακόμη και τώρα
τα μπήγουμε με ηδονή
στο σώμα κάθε αθώου
κάθε κατατρεγμένου
κάθε αδικημένου
κάθε απόκληρου
κάθε Χριστού
μ’ αλαλαγμούς αγρίων / συνοδεύοντας την νεκρική πομπή.
ΕΜΕΙΣ … / οι αναμάρτητοι / οι αξιοπρεπείς / επιφανείς και αμόλυντοι … /
οι κατ’ εξακολούθησην νηστεύοντες από τροφές «ανθρωποφάγοι» /.
Όλοι μαζί φτιάξαμε τα καρφιά /
ένα προς ένα … / περίτεχνα / σχολαστικά και άπρεπα.
Όλοι μαζί … / θύματα κατά φαντασίαν / θύτες κατ’ εξακολούθησην και κατ’ εξαίρεσην /
πιστοί στην απιστία μας / άφρονες / και δούλοι «αξιών»
που αποζητούν το αίμα / για να ριζώσουν στις καρδιές
των κατ’ επάγγελμα αλάθητων κριτών της οικουμένης.
Όλοι μαζί φτιάξαμε τα καρφιά /
ένα προς ένα … / περίτεχνα / σχολαστικά και άπρεπα.
Πάψε λοιπόν να χύνεις δάκρυα κι απόψε /
Δεν βλέπεις που περιφέρεται ρακένδυτος / ζητώντας μια βοήθεια;
Σ’ αυτήν την ιστορία / να μην αυταπατάσαι … /
Γιατί είσαι εσύ εκείνος που ‘φτιαξε ετούτα τα καρφιά /
κι όχι αυτοί που υπονοείς … αιώνες τώρα.
Πάψε λοιπόν να χύνεις δάκρυα κι απόψε /
γιατί με την δική σου προσταγή / μέσα στην νύχτα … /
γίνηκαν τούτα τα καρφιά οδυνηρή αλήθεια /
δικό σου «φυλαχτό» / «τάμα» / παραγγελιά για να χορέψεις
με τα πάθη σου στης κόλασης την άκρη / φωνή βωόντος εν τη ερήμω /
στο Όρος των Ελαιών / στο Γολγοθά μιας άνισης παρτίδας /
που ‘γινε άθελα πατρίδα σου για πάντα … / μέχρι κι εσύ … /
μέχρι κι εσύ ν’ αναφωνήσεις το τετέλεσθαι /
κι από ψηλά το χρέος σου να κάνεις /
ως ένας άγνωστος Ιούδας / τον δρόμο τούτον άλλωστε μονάχος είχες μάθει /
στο διάβα μιας ψεύτικης ζωής πού επέλεξες /
σαν άλλοθι στην τελευταία σου πράξη.
Αριστοτέλης Γ. Καλλής
Επ. Πρ. Εμπορικού Συλλόγου Νεμέας
Πτ. Πολιτ. Τμήματος Νομικής Σχολής Αθηνών
Nemeahistory.bloqspot.com

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ